Κώστας Γιαννακάκος
 

Ελληνικός κοσμοπολιτισμός

 
 Ομιλία στην ημερίδα του Ιδρύματος Παλλάδιον με θέμα:Οι πολιτισμικές προοπτικές του Ελληνισμού της Βαυαρίας στο μεταίχμιο μιας νέας εποχής“

Σάββατο, 2 Δεκεμβρίου 2000


Κυρίες και κύριοι, 
επιτρέψτε μου να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς την οργανωτική επιτροπή της ημερίδας και να συγχαρώ το ΙδρυμαΠαλλάδιοκαι την Ελληνική Κοινότητα για την πρωτοβουλία αυτή. Μια τέτοια ημερίδα μπορεί να γίνει πραγματικά ηαρχή για την διεξοδικήενασχόληση με ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, όπως των πολιτιστικών (πολιτισμικών) μας προοπτικών στην Βαυαρία και γενικώτερα στην Γερμανία. Απο το αποτέλεσμα θα φανεί αν είμαστε σε θέση να επεξεργαστούμε μελλοντικά κι ένα σχέδιο δράσης. Θέλω να υπογραμμίσω πως οι πολιτιστικές μας δραστηριότητες στην Γερμανία συντελούνται σε δυό επίπεδα. Συγκεκριμένα πρέπει να ξεχωρίσουμε ανάμεσα στην αναπαραγωγή και στην παραγωγή πολιτισμού. Αυτή η διάκριση είναι για μας αναγκαία γιατί ως συγγραφέας παράγω έργο με τη συγγραφή βιβλίων, χωρίς βέβαια να θέλω να υποτιμήσω τις τόσες και τόσες εκδηλώσεις αναπαραγωγής του πολιτισμού που φέραμε ο καθένας μας από την Ελλάδα. Επίσης πρέπει να τονίσω πως βασικό στοιχείο της μέχρι τώρα γραφής μου είναι η επεξεργασία και γενικώτερη καταγραφή της εμπειρίας της ξενητειάς, όπως αυτή βιώθηκε από τις τόσες χιλιάδες Έλληνες μετανάστες που έζησαν ή ζούν σήμερα στη Γερμανία.

Μιλώντας για τον κοσμοπολιτισμό με το ειδικό προσδιορισμό ως „ελληνικό κοσμοπολιτισμό“ έχουμε ήδη στον τίτλο της ομιλίας ένα οξύμορο, γιατί βασικά ο κοσμοπολιτισμός δεν επιδέχεται εθνικούς φραγμούς. Κι όμως όσα θα αναπτύξω στην συνέχεια γίνονται για μας πιό απτά και συγκεκριμένα με τη χρήση του επιθέτου „ελληνικός“.

 

Μιλώντας για τον κοσμοπολιτισμό αναφερόμαστε σε μια ιδέα που γεννήθηκε στην αρχαιότητα και καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα από τους σοφιστές και τους στωικούς φιλοσόφους στην Ιωνία και στην Αθήνα, δηλαδή στην εξελιγμένη πλέον ελληνική πόλη. Σαν πρώτο του κοσμοπολιτισμού διδάξαντα θα συναντήσουμε τον Διογένη από την Σινώπη, ο οποίος διακηρύσσει πως „είναι πολίτης του κόσμου“. Εδώ μπορούμε να αναρωτηθούμε, γιατί ο Διογένης ορίζεται ο ίδιος σαν πολίτης του κόσμου; Προφανώς κατ’ αντίθεση προς τον πολίτη της πόλης, αφού όπως ξέρουμε δεν είχαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης την ιδιότητα του πολίτη!
Η πόλη είναι ταυτόχρονα και μια βασική προυπόθεση για την διαμόρφωση της ιδιότητας του πολίτη, γιατί από την εποχή της αιγυπτιακής ακόμα πόλης μέσα σ’ αυτή συντελείται η πρόοδος! Και η πρόοδος βασίζεται στην ανταλλαγή ιδεών και τρόπων ζωής. Φορείς και συντελεστές της πρόοδου ακόμα απο την αρχαιότητα γίνονται οι έμποροι και οι μετανάστες.

 

Ο κοσμοπολιτισμός σαν ιδέα είναι τέκνο της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, η οποία με την εξέλιξή της δεν αρκείται πλέον στα στενά όρια του τότε γνωστού κόσμου. Ανέκαθεν για την διάδωσή του χρειάστηκε και χρειάζεται την επικράτηση τριών παραγόντων, των οποίων και είναι άμεσο προιόν: ενότητα, ειρήνη, ελευθερία.

 

Ο κοσμοπολιτισμός είχε σαν στόχο του την ανακάλυψη του κόσμου και την αρμονική συμβίωση μαζί του. Εδώ πρέπει να διευκρινιστεί πως η εικόνα του κόσμου δεν ήταν ποτέ στατική και σύμφωνα με την εκάστοτε πολιτισμική ανάπτυξη υπήρξε διαφορετική. Όμως σε κάθε επόμενη ιστορική εποχή η εικόνα του κόσμου γίνεται πιό πολύπλοκη και ολοκληρωμένη. Στην πορεία των αιώνων λέμε κοσμοπολίτες εκείνους τους ανθρώπους που φιλοδοξούν να έχουν παντού στον πλανήτη πολιτικό δικαίωμα συμμετοχής και θεωρούν αθέμιτα τα σύνορα, τούς αποκλεισμούς και τους εγκλεισμούς, τις απαγορεύσεις διακίνησης, καθώς και άλλα εμπόδια και κωλύματα.

 

Στην αρχαιότητα ο κοσμοπολιτισμός έφτασε στο αποκορύφωμά του και σαν τρόπος ζωής μέσα από την μεγάλη μακεδονική επέκταση και είχε βρει στο πρόσωπο του νεαρού Αλεξάνδρου έναν απο τους ιδανικότερους εκπροσώπους του. Γενικά μπορούμε σήμερα να υπογραμμίσουμε πως η μακεδονική εξάπλωση επέκτεινε την εικόνα του κόσμου και υπήρξε για τις κοσμοπολίτικες ιδέες το καλύτερο δυνατό έδαφος για την επικράτησή τους, αφού ο κάθε άνθρωπος πλέον είχε την δυνατότητα να κινείται σε μια αυτοκρατορία κυριολεκτικά „χωρίς σύνορα“. „Ο αρχαίος κοσμοπολιτισμός ήταν προιόν της επέκτασης του ελληνιστικού κόσμου, όπου η πολλαπλότητα των γλωσσών, των εθνικοτήτων, των κατρειών και των φιλοσοφιών συνεπάγονταν μια μορφή ανθρώπινης και διανοητικής ανοχής σε συμφωνία με την ποικιλομορφία του συνόλου, όπου η αποδοχή του ξένου, και μάλιστα της πρωτοτυπίας ήταν εφικτή“, γράφει ο Πέτρος Κούλμασης στη πρωτη προσπάθεια συγγραφής μιας ιστορίας του κοσμοπολιτισμού (Peter Coulmas, Weltbürger, Rowohlt Verlag, 1990 και Les Citoyens du Monde, Histoire du cosmopolitisme, Albin MichelIdees, 1995)

 

Συνοπτικά εδώ θα συμπληρώσω πως η πορεία του κοσμοπολιτισμού, η ιδέα του πολίτη του κόσμου, επιδέχεται διάφορες διακυμάνσεις και αλλαγές σε διάφορες εποχές, πως κάποια στιγμή ατονεί, σχεδόν χάνεται, πως διαγράφει μια πορεία, χάνεται επανέρχεται. Σε καμιά εποχή όμως δεν συναντάμε την απόριψη του κοινού ονείρου των ανθρώπων να υπερβούν τα σύνορα, να δούν πίσω από την κορυφογραμμή του ορίζοντα. Θα αναγκαστούμε ωστόσο εδώ για λόγους ευνόητους να κάνουμε ένα μεγάλο άλμα και αφήνοντας πίσω μας την Ρωμαική Αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, και τον Μεσαίωνα. Για ένα διάστημα περίπου 1.500 χρόνων ο κοσμοπολιτισμός της αρχαιότητας χάνει την αίγλη του και επιβιώνει στον ευρωπαικό χώρο μέσα από την οικουμενικότητα του χριστιανισμού, ο οποίος με την επικράτησή του αποτελεί και την βασική „ιδεολογία“ όλων αυτών των περιόδων, όμως μια ιδεολογία που δίνει και μια κοινή βάση στην εξέλιξη του πολιτισμού του τότε γνωστού κόσμου. Την μεγάλη ανάκαμψη του ιδεώδους του κοσμοπολιτισμού θα ζήσουμε ξανά στην εποχή της Αναγέννησης και στο κίνημα των ανθρωπιστών.

 

Οι ανθρωπιστές επανέλαβαν σχεδόν κατά γράμμα τις αντιλήψεις του αρχαίου κοσμοπολιτσμού. Ο Ντάντε Αλιγκιέρι, διωγμένος από τη γενέθλια πόλη, τη Φλωρεντία το 1302, απορίπτει στο τέλος την πρόταση να επιστρέψει στον πόλη του με την σκέψη „μήπως δεν έχω το φως του ήλιου και των αστέρων όπου κι αν βρίσκομαι;“ και δηλώνει πως πατρίδα του είναι ο κόσμος. Ο κοσμοπολιτισμός της Αναγέννησης και των ανθρωπιστών ήταν μια θεωρητική θέαση που αντιστρατευόταν και αντιστάθμιζε κατά κάποιον τρόπο την πραγματικότητα της Ιταλίας εκείνης της εποχής. Αντέτασσαν την ελευθερία του ευρέως κόσμου στα όρια του πραγματικού. Η νέα κατηγορία των κοσμοπολιτών διανοουμένων (που απαρτιζόταν απο καθηγητές πανεπιστημίων και ανωτέρων σχολών ανεξαρτήτων από την Εκκλησία, οικοδιδασκάλους πριγκιπικών αυλών ή πλουσίων αστών, υπαλλήλους ηγεμόνων, σφραγιδοφύλακες, γραμματείς, συμβούλους) που υπερασπίζοταν τη θέση τους, ερχόταν ευθέως σε αντίθεση με τους νέους κατόχους της εξουσίας, μικρούς τυράνους, δεσπότες και σφετεριστές που ζούσαν σε κλίμα ανταγωνισμού και ίντριγκας, δια πράττοντας βιαιότητες και διεξάγοντας πολέμους... Χάραζαν έναν κόσμο που δεν υπήρχε αλλά έπρεπε να υπάρξει στο μέλλον – ένα σύμπαν ελευθερίας, κινητικότητας, ανοχής και ειρήνης, όπου οι θρησκευτικές, δυναστικές και άλλες αντιθέσεις δεν ίσχυαν πιά. Ο κοσμοπολιτισμός απέβαινε κλήση και αποστολή, η πορεία του ατόμου προς ένα νέο κόσμο (Πέτρος Κούλμασης, Οι πολίτες του Κόσμου, ελληνική έκδοση, Καστανιώτης, Αθήνα 1997). Ο Έρασμος απο το Ρότερνταμ για παράδειγμα αρνείται να αποδεχτεί την πρόταση του Ζβίνγλι να γίνει πολίτης της Ζυρίχης γιατί θεωρεί τον εαυτό του πολίτη όχι μιας πόλης αλλά όλου του κόσμου!

 

Από την Αναγέννηση κι εντεύθεν ο κοσμοπολιτισμός γίνεται βασικό σημείο αναφοράς στα πλαίσια της οικουμενικότητας της μοντέρνας εποχής μας, που μέχρι πρό τινος διαβιώσαμε (Moderne und Postmoderne – δυστυχώς δεν έχουμε ακόμα έναν κυρίαρχο ορισμό στα ελληνικά!). Το όνειρο του ενιαίου κόσμου και των ενιαίων ατομικών δικαιωμάτων που πηγάζουν από τον ορθολογισμό οδηγούν στην Γαλλική Επανάσταση. Από αυτή τη σκοπιά ο κοσμοπολιτισμός έρχεται και σε αντιθεση με τα μεγάλα συμφέροντα των αρχόντων και γίνεται και ιδεολογικά ένα αντίθετο ρεύμα προς τον ολοκληρωτισμό!

 

Με το κίνημα των εγκυκλοπαιδιστών σαν ένα πρώτο ιδεολογικό αποκορύφωμα της μοντέρνας εποχής μας μεγαλώνει και η επίδραση των κοσμοπολιτικών ιδεών. Όμως ακριβώς την ίδια εποχή αναπτύσσεται και το αντίπαλο δέος, η ανάπτυξη και εδραίωση της ιδέας του έθνους και κατ’ επέκταση η δημιουργία τος εθνικού κράτους. Το εθνικό κράτος είναι ένας ευέλικτος και συμπαγής μηχανισμός και επιλύει σχετικά εύκολα μια σειρά προβλημάτων και βασικών αναγκών που μέχρι τώρα είχαν ταλαιπωρήσει την ανθρωπότητα. Μέσα απο την καπιταλιστική οικονομία κατορθώνει να επιφέρει μια πρωτοφανή ευημερία σε σύγκριση με κάθε προηγούμενη εποχή. Το εθνικό κράτος στηρίζεται στην πληθυσμιακή ομοιογένια, στην κοινή γλώσσα, σε μια επικρατούσα θρησκεία και πολιτισμό και μπορεί να ορίζει για τούς υπηκόους του κοινούς στόχους. Αν όμως μέσα από το εθνικό κράτος έχουν επιλυθεί βασικά προβλήματα, αυτό δεν σημαίνει πως η ενότητα του κόσμου δεν παρέμεινε κοινό όνειρο των ανθρώπων. Μάλιστα οι κοσμοπολίτικες ιδέες ειναι αυτές που οδηγούν μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο στην ίδρυση ενιαίων παγκοσμίων μηχανισμών όπως για παράδειγμα την Κοινωνία των Εθνών. Και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο παρατηρούμε επίσης την αναβίωση του κοσμοπολιτισμού, ο οποίος στις μέρες μας πρεσβεύει την ενότητα μέσα από την αποδοχή της εθνικής ετερότητας, την αποδοχή του διαφορετικού, σαν αποτέλεσμα πλεόν της διαλεκτικής σύζευξης ανάμεσα στο κοσμοπολίτικο και το εθνικό, το γενικό και το μέρος. Όπου όμως πλέον το γενικό ταυτίζεται με το δικαίωμα του ατόμου σαν μεγαλύτερη πολιτισμική αξία γύρω απο την οποία κλώθεται σήμερα η μοίρα του ανθρώπου.

 

Στα όσα έχω αναφέρει μέχρι τώρα γενικά για τον κοσμοπολιτισμό θα αναρωτηθείτε σίγουρα, που είναι μέσα σε όλα αυτά οι Έλληνες! Και μάλιστα οι κοσμοπολίτες Έλληνες, αφού αυτός είναι ο τίτλος της ομιλίας μου!
Οι Έλληνες είναι για ένα μεγάλο διάστημα της ιστορίας τους ο βασικός κοσμοπολίτικος λαός. Έχοντας ζήσει στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της ιστορίας τους μέσα σε μεγάλες αυτοκρατορίες, όπου κατά καιρούς έχουν παιξει και τον κύριο ρόλο στην αναπτυξη του εμποριόυ, της επιστήμης ή της διοίκησης, όπως γνωρίζουμε τόσο από την ιστορία του Βυζαντίου ή την επικράτηση της Ορθοδοξίας, έχουν την δυνατότητα να εγκαθίστανται σε διάφορες και διαφορετικές περιοχές και να επιβιώνουν σχετικά εύκολα, κάνωντας χρήση του „πολιτισμικού προβαδίσματός“ τους ερχόμενοι σε επαφή με άλλους λαούς. Τα δε ελληνικά πολιτισμικά κέντρα βρίσκονται γεωγραφικά πάντα σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους! Ακόμα και στην μεγάλη Κωνσταντινούπολη, το κέντρο της οικουμενικότητας του χριστιανισμού για αιώνες οι Έλληνες είναι πάντα ένα μέρος του συνόλου! Οι Έλληνες, μέχρι πρότινος, δεν έχουν ζήσει ποτέ μόνοι τους, αλλά μαζί με άλλους λαούς και πολιτισμούς! Αυτό είναι κι ένα βασικό γνώρισμα του πολιτισμού τους σε όλη την ιστορία! Συνηθισμένοι κιόλας απο την αρχαία πόλη στον ανταγωνισμό και την αντιπαλότητα διαμορφώνουν αυτοί τις συνθήκες για την συμβίωση των πολλών „διαφορετικοτήτων“!

 

Κι ακόμη ένα γνώρισμα έρχεται να προστεθεί με το χρόνο: σπάνια είναι η πλειοψηφία όπου ζουν στα μεγάλα αστικά κέντρα απο Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Αλεξανδρια, Κάιρο, Τραπεζούντα, Βάρνα, Οδησσό ή Τεργέστη... Στην Moderne θα διαπιστώσουμε πως η πολιτιστική/πολιτισμική απόδοση των Ελλήνων, που πλέον επανέρχονται στο προσκήνιο μέσα στον 19ο αιώνα με την ίδρυση του δικού τους πλέον εθνικού κράτους και εθνικού κέντρου, συντελείται κυρίως σε χώρους που διαπνέονται απο τον κοσμοπολιτισμό και δεν είν